Ζήλεψα. Για μια στιγμή ζήλεψα. Όχι με φθόνο. Ούτε με διάρκεια. Για μια στιγμή. Όσο κράτησε ο ήχος από τα φιλιά του. Μέχρι να πάνε πέρα από τα σκαλιά. Μέχρι να ακουστούν τα τακούνια ενός άλλου ζευγαριού. Ή να νιώσω το βλέμμα εκείνου του μελαχροινού. Δεν θυμάμαι καλά. Η σκέψη μου ήχησε πιο δυνατά από τα φιλιά. Τα πήγε πιο πέρα από τα σκαλιά. Σε μια προσπάθεια να διώξει τον εαυτό της.
Ο Bucay μιλάει για ελευθερία, για την ελευθερία της επιλογής. Ελεύθερα επέλεξα λοιπόν να ζηλέψω. Ελεύθερα επέλεξα να κάνω αυτόν τον συνειρμό. Είχα κι άλλες επιλογές. Πάνω από δύο. Είχα πολλές επιλογές. Να ακούσω τα φιλιά και να κάνω τον ίδιο συνειρμό ή άλλον ή ακόμα και κανέναν. Να ακούσω τα φιλιά και, με συνειρμό ή χωρίς, να ζηλέψω, να μη ζηλέψω ή να μη νιώσω τίποτα απολύτως. Μπορούσα ακόμα να μην ακούσω τα φιλιά. Να τα αφήσω να περάσουν σαν να μη υπήρξαν ποτέ στον κόσμο μου. Να αφεθώ στο χάιδεμα της κιθάρας και των ξενύχτηδων τζιτζικιών. Είχα τόσες επιλογές κι ελεύθερα βύθισα το χέρι μου στο πιθάρι του παρελθόντος να ξεθάψω αυτήν την θύμηση.
Δεν θυμάμαι για πόσο κράτησε αυτή η στιγμή. Μα το θυμάμαι καλά. Ζήλεψα. Άκουσα τα φιλιά του στο χέρι της. Τρυφερά. Ανεπιτήδευτα. Άκουσα τα χαμόγελα που έκρυβαν τα χείλη του. Τα χαμόγελα που έκρυβε η ψυχή της. Αυτά τα φιλιά (μου) ακούστηκαν σαν τα χείλη σου στο δέρμα μου. Και ζήλεψα... Για μια στιγμή...
Tuesday, 5 August 2014
Στιγμές
Monday, 4 August 2014
Πλαταγισμός
Κλείσε τα μάτια... Βλέπεις τα φώτα;...
Διαγράφονται οι άνθρωποι βουβοί. Καθένας στον δικό του ρυθμό.
Αφουγκράσου... Λάμψεις οι σιωπές! Σαν βράχια αρχέγονα.
Με νιώθεις...; Όνειρο στα ακροδάχτυλα. "Έχω κύματα στην ψυχή μου."*
Λικνίζομαι... Αγκαλιά με μια ομίχλη...
* Fernando Pessoa, O marinheiro
Friday, 10 February 2012
Πορεία
Η ξεκούρασή μου έγινε βάσανο, άγχος και αϋπνία.
Πονάει πιο βαθιά ό,τι πιο πολύ νιώθεις δικό σου.
Είναι τα λόγια μου περιττά. Κάθε παιδί πρέπει κάποτε να μεγαλώσει. Να μάθει από τα λάθη του, να ορθοποδήσει και να πορευτεί μοναχό του.
Ν'αγαπάς την ευθύνη
να λες εγώ, εγώ μονάχος μου
θα σώσω τη γης.
Αν δε σωθεί, εγώ φταίω.
Friday, 23 July 2010
"What we love, we are."
Monday, 19 July 2010
Εν τη σιωπή ο λόγος
Μου αρέσουν οι συζητήσεις με τον εαυτό μου. Μπορούν να κρατήσουν ώρες. Έχουν χαμόγελα, διαφωνίες, βαθιά σκέψη. Μου θυμίζουν όταν ήμουν μικρή. Μοναχοπαίδι γαρ. Ατέλειωτες στιγμές παραγωγικού παιχνιδιού. Ευτυχισμένες στιγμές. Όλοι οι ρόλοι ερμηνευμένοι από το ίδιο πρόσωπο. Όλα τα λογια απαγγελμένα σιωπηλά. Για το ακροατήριο του μυαλού μου. Μυστικοπαθής από πάντα. Ίσως να άρχισαν να διαφαινονται από τότε τα ιδιότροπα του χαρακτήρα μου. Ίσως κάπου εκεί να μπορούσε κάνεις να μαντέψει το διχασμένο τής προσωπικότητάς μου. Τις διπλές απόψεις, τις αντιδιαμετρικές αντιλήψεις. Υπερασπιστής και αντίδικος μαζί. Κι ύστερα σιωπή. Μου μιλάς. Σε κοιτάζω. Όλες οι απαντήσεις κλειδωμένες στο κεφάλι μου. Τα χείλη ακίνητα. Δεν απαξιώ. Δεν είμαι υπεράνω. Δεν αδιαφορώ. Αφού σου ανέπτυξα εξάλλου την θεωρία μου. Δεν την άκουσες; Μάλλον θα έπρεπε να μάθεις να με διαβάζεις καλύτερα.
Saturday, 17 July 2010
- message in a bottle -
Στέλνω τις σκέψεις μου σε μια μεταξένια θάλασσα
Να τις πάρει στα χέρια της και να στις φέρει βελούδινο μυστικό
Thursday, 12 November 2009
Αθήνα, 10 Νοεμβρίου 2009
Σήμερα δεν υπάρχουν τείχη όπως τότε. Δεν υπάρχουν τείχη από πέτρες και τούβλα γεμάτα συνθήματα σκαμμένα από διψασμένα χέρια για αέρα ελευθερίας. Δεν υπάρχουν τείχη που να γκρεμίζονται με καλέμι και λοστό. Γιατί σήμερα τα τείχη δεν είναι απτά. Συχνά δεν είναι ούτε καν ορατά. Συνήθως τα βλέπουν μόνο λίγοι. Και είναι τόσο λίγοι που δεν γίνονται πιστευτοί. Που δεν ακούγεται η φωνή τους και δεν υπάρχει χώρος στις ειδήσεις για αυτούς.
Ο Παντελής Βούλγαρης φώναξε “Ψυχή βαθιά”. Δοκιμασμένη συνταγή δύο αδελφών που βρίσκονται σε αντίθετα στρατόπεδα. Το είδαμε ξανά στο ¨The wind that blows the burley¨, στους Βόρειους και Νότιους και σε τόσα άλλα που μου διαφεύγουν. Γιατί η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Γιατί πονάει να αλληλοσκοτώνονται δύο άνθρωποι μόνο όταν είναι αδέλφια εξ αίματος, μόνο όταν ανήκουν στο ίδιο έθνος ή όταν συνήθιζαν να είναι κολλητοί φίλοι.
Εν τω μεταξύ, οι Αλβανοί παραμένουν “Αλβανοί”, οι μετανάστες έχουν το δικαίωμα να κρίνουν τα κακώς κείμενα μονάχα “πίσω στην χώρα τους!” και τα παιδιά τους δεν έχουν δικαίωμα σε καμιά πατρίδα. Γιατί αυτά δεν είναι τείχη αφού κανείς δεν τα αναγνωρίζει ως τέτοια. Γιατί όλοι αυτοί δεν είναι αδέλφια μας, δεν πιστεύουν στον θεό μας και κατά το γνωστό ρητό “πας μη Έλλην, βάρβαρος”, εκτός αν πρόκειται για τους φίλους μας τους Αμερικάνους, τους Γάλλους, τους Γερμανούς, κ.ο.κ.
Μικρά και μεγάλα τείχη. Τοπικιστικά, παγκόσμια. Συρμάτινα, λεκτικά. Δια-χωριστικά. Κι εσύ με ρωτάς γιατί πνίγομαι.
Monday, 8 June 2009
(mind) travelling
Which is this country that bares such beauty? How is it possible to combine autumn weather with this blue brightness? Grey, stressful city filled with flourishing spots, tapped in light. Contradiction at its zenith. Don't you dare speak another negative word about it! Should you not like it pack your things and go! You can always head to cities/countries more of your taste. I am totally fed up with all those who nag and complain about the place they have chosen to live in. And should it be the circumstances that led you there and cannot change a thing about it, I encourage you to change your attitude and mentality and become more appreciative of all the great things that it has. Cause it has so many to offer. But only to those who look for them. Only to those who are able to overcome their narrow-minded way of living and enjoy and benefit from what it has to give.
[Δεν ξέρω γιατί το κείμενο βγήκε στα αγγλικά. Ούτε γιατί η επεξήγηση ακολουθεί σε άλλη γλώσσα. Ίσως ακολουθούν την διαδρομή του ταξιδιού μου. Αν και τότε μάλλον θα έπρεπε να γράφω στα γαλλικά τώρα. Μα οι λέξεις επέλεξαν να τις εκφράσω κατ' αυτόν τον τρόπο. Ποιος μπορεί να πάει κόντρα σε ό,τι αυτές αποφασίσουν; Ποιος μπορεί να εναντιωθεί στην ορμή τους;
Δεν είμαι λάτρης της Αγγλίας. Άλλη είναι η χώρα που μου έχει κλέψει την καρδιά. Αλλού ανήκει το μυαλό μου. Μα έχω μάθει όταν βγαίνω από το σπίτι μου να μην αναζητώ το φαγητό της μαμάς μου.]
End of transmission. Hasta que vuelva la inspiración y la conexión rápida.
Ya se hizo noche...
Thursday, 12 June 2008
should I have written that..?
Σε μια Αθήνα από αναμνήσεις...
...σε πόλεις που δεν σε είχα γευτεί...
Καθρέφτης με σβησμένα σημάδια...
Αφήνω πίσω τον εαυτό μου...
...γεμίζω τα κενά μου με σιωπή...
Nostalgia por caricias perdidas...
A smile for the moments to be lived...
Monday, 9 June 2008
Για τί θα γράψουμε αύριο;
Friday, 6 June 2008
Χθες βράδυ...
Γλύστρησα κάτω από το παντζούρι έξω στο μπαλκόνι. Ξυπόλητη, να μαυρίζουν οι πατούσες στο μάρμαρο. Το μαλλί πιασμένο ψηλά, οι αγκώνες να ακουμπάνε στα κάγκελα. Μια υποψία φεγγαριού πίσω από τις πολυκατοικίες, σαν κεράκια νερού σε ρομαντικό δείπνο. Συνοδία στον άγνωστο μουσικό που διέκοψε τις σκέψεις μου. Τον παρακολουθούσα. Έναν όροφο πιο ψηλά, πίσω από τις μισοτραβηγμένες κουρτίνες. Να στρίβει τσιγάρο, να γρατζουνάει την κιθάρα του, να προσπαθώ να διακρίνω τους στίχους. Μετρούσα την απόσταση. Του θέλω από την πραγματικότητα. Οι λέξεις μου μετατρέπονταν σε σιωπή. Τον είδα απεγνωσμένα να πληκτρολογεί ένα νούμερο. Κάποιες στιγμές είναι πολύ προσωπικές. Γλύστρησα πάλι μέσα και τράβηξα την κουρτίνα.
Κρίμα η ωριμότητα να μην είναι κινηματογραφική.
Sunday, 24 June 2007
Πικρή μου γεύση αξέχαστη
Έγραφα στο τετράδιο του μυαλού μου για γνώριμα πλακόστρωτα. Χαμογελούσα για έναν μουσικό που τραγουδούσε για την θάλασσα μέσα του και για το νυχτολούλουδο που τον ξεπλήρωσε. -Ποτέ δεν έμαθα να δίνω λεφτά.- Ξαφνιαζόμουνα που όλος ο κόσμος μιλούσε ελληνικά. Έτρεχα να προλάβω τρένα και λεωφορεία που κατέφταναν γεμάτα αγκαλιές. Κι ονειρευόμουνα. Γιατί είχα ξεχάσει.
Μα μου το θυμίσανε.
Μια μόνο διαδρομή με το τρόλλεϋ ήταν αρκετή. Μπήκε μέσα με όλη του την αξιοπρέπεια. Όση θα μπορούσε να του έχει απομείνει. Τα μάτια του δεν σου ζητούσαν οίκτο. Χάριζε μικρές στιγμές απόλαυσης. Μα κάθε νότα που ξέφευγε από τις χορδές του με πλήγωνε. Θυμήθηκα όλα όσα με πικραίνουν κάθε μέρα και καμιά φορά ηθελημένα τα ξεχνώ. Πέρασε από μπροστά μου. Δεν άπλωσε χέρι, δεν ζήτησε τίποτα. Και τίποτα του έδωσα. Γιατί δεν έμαθα να δίνω λεφτά.
Κι εκεί μπροστά σε όλους, πίσω από την ανωνυμία των γυαλλιών μου, έκλαψα. Για ένα σύστημα που δεν δουλεύει και κανείς δεν θέλει να διορθώσει. Για την αδιαφορία και τον παρτακισμό. Για την επανάπαυση και την γκρίνια όσο πίνουμε αμέριμνα τα freddo των 5 ευρώ. Για τον ρατσισμό, τον κοινωνικό ρατσισμό, και την ευκολία να κρίνουμε. Για την ανισότητα που κάθε μέρα ενισχύω με τις πράξεις μου. Για τις αρχές και τις θέσεις μου που δεν έμαθα να υπερβαίνω. Γιατί δεν έμαθα να δίνω λεφτά...