Monday 20 February 2006

Μουσική & Κίνηση

Κάθε φορά που δεν είμαι καλά περπατάω. Παίρνω τη μουσική μου και περπατάω. Διανύω αποστάσεις μακρινές. Μέχρι όπου με ταξιδέψει το μυαλό μου. Περπατάω. Περπατάω. Εγώ και ο Johny Walker. Ευτυχώς που δεν πίνω whisky δηλαδή, γιατί θα καταντούσα γραφική. Το σιχαίνομαι όταν γίνομαι ό,τι χλευάζω. Με πονάει. Είναι ένας πόνος αόρατος που χαράζεται μέσα μου. Αφήνει σκιές και εμφανίζεται όταν λιγότερο μπορώ να τον αντιμετωπίσω.
Περπατάω. Δίχως σκοπό. Αλλά όχι βιαστικά. Με βήματα σταθερά, αποφασιστικά. Κοιτάζω μπροστά και προχωράω. Δεν γνωρίζω το πού, μα δεν διστάζω. Νιώθω τις σκέψεις μου να με διαπερνάνε ολόκληρη. Όπως όταν πηγαίνεις κόντρα στον άνεμο. Νιώθεις την δύναμή του. Σε προκαλεί. Σε δελεάζει. Τον αισθάνεσαι σε κάθε πόρο του σώματός σου και σε πεισμώνει. Συνεχίζω. Δεν τις αποφεύγω τις σκέψεις. Τους αντιστέκομαι. Δεν θα τις αφήσω να νικήσουν.
Την τελευταία φορά που ήμουν εδώ είχε πυροτεχνήματα. Έδιναν χρώμα και ελπίδα. Σήμερα μαυρίλα. Σχεδόν. Είναι οι αστραπές που μου γελάνε αυτή τη φορά. Δεν κάνει κρύο. Δε βρέχει. Μόνο φωτίζεται ο ουρανός με μια γλυκειά λάμψη και μου αποκαλύπτει μικρά μυστικά. Μου τα ψιθυρίζει. Σαν χρησμός της Πυθίας φτάνουν στα αυτιά μου.
Κάτω από το φεγγάρι η σκιά μου πολλαπλασιάζεται. Και μου θυμίζει δείκτες ρολογιού. Οι επιλογές μου. Δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω. Ούτε να τις κυνηγήσεις. Όσο τρέχεις τόσο θα φεύγουν μακριά σου. Θα αλλάζουνε πορεία και θα σε απελπίζουν. Παραμένουν όμως δείκτες. Κάποιος τους κινεί. Εγώ. Κι αν δεν μου αρέσουν, σπάω το γυαλλί και τους αλλάζω.

Friday 17 February 2006

Προσοχή!! Νέος υιός χτυπά την Ελλάδα

Έχω δει άτομα πανομοιότυπα ντυμένα, επειδή έτσι προστάζει η μόδα. Έχω ακούσει τις ίδιες φράσεις γλυφιτζούρια, γιατί της είπε ο τάδε μαϊντανός στην TV. Στα πρόβατα που υιοθετούν κοινωνικο-πολιτικές ιδεολογίες ανάλογα με το γκομενάκι που κυκλοφορούν, δεν θα αναφερθώ.
Πρώτη φορά βλέπω όμως "αποχώρηση μόδα" από blogόσφαιρα. Από την άλλη, πρώτη φορά συμμετέχω σε blogόσφαιρα. Γιατί εδώ να είναι διαφορετικά? Πάμε όλοι μαζί λοιπόν! Ούτως ή άλλως εδώ γράφουμε γιατί... Γιατί το κάνουν οι φίλοι μας οι βοσκοί.

*Αυτοί που πραγματικά με χαλάνε πάντως είναι αυτοί που μελοδραματικά μας ενημερώνουν / ρωτούν για πιθανή εγκατάλειψη της παρέας.

Monday 13 February 2006

on pause



Ένα υποσεινήδητο search πρόβαλε την εικόνα στο μυαλό μου. Την Franka Potente να τρέχει σε διάφορες πραγματικότητες χωρίς να προλαβαίνει ούτε μια φορά. Τον χρόνο να πιέζει. Το μέλλον να σκιαγραφείται και να μην έχεις την δύναμη να το αλλάξεις. Την αγωνία. Τον φόβο. Σε κάθε βλέμμα. Κάθε ανάσα που παίρνει.

Είναι σαν αυτούς τους εφιάλτες. Ξέρεις ότι πρέπει να τρέξεις. Δεν ξέρεις από τι. Το νιώθεις όμως. Είναι πίσω σου. Απειλητικά κοντά. Σε κυνηγάει. Και βάζεις όλη σου την δύναμη. Βλέπεις τα χέρια σου, τα πόδια σου να κουνιούνται. Νιώθεις την προσπάθεια που καταβάλεις. Αλλά παραμένεις εκεί. Δεν έχεις μετακινηθεί ούτε ένα χιλιοστό. Και τρέμεις να κοιτάξεις πίσω σου. Είναι εκεί? Σε φτάνει? Θα προλάβεις?

Σαν κινούμενη άμμος. Όσο πιο πολύ προσπαθείς, τόσο πιο πολύ βουλιάζεις. Κοιτάζεις. Δεν υπάρχει κανείς για να σε βοηθήσει. Είσαι μόνη σου.

Monday 6 February 2006

Χαμένες θάλασσες

Την φοβάμαι την μοναξιά.

Μα πιο πολύ φοβάμαι πού μπορεί να με οδηγήσει αυτός ο φόβος.

Και με παραξενεύει.
Γιατί είχα μάθει να την αγαπάω.

Friday 3 February 2006

Μονολογώντας

Κάποιοι άνθρωποι αρκούνται με πολύ λίγα. Δεν τους νοιάζουν τα διπλώματα, οι δουλειές με τους φανταχτερούς τίτλους, οι πολλές ανέσεις. Θέλουν να έχουν μια δουλειά -περιστασιακή ή μόνιμη- που να τους προσφέρει τα απαραίτητα, ένα χώρο που να μπορεί να ονομαστεί σπίτι, τους φίλους τους, ίσως έναν άνθρωπο με τον οποίο θα μπορέσουν να φτιάξουν μια οικογένεια κάποια στιγμή και άπειρο ελεύθερο χρόνο για να αφιερώνουν κυρίως σε ανούσιες ασχολίες.

Στο μυαλό μου έρχεται μια κουβέντα που συχνά ακούμε από τους γηραιότερους: Τι καλά που ήμαστε πριν από 50 χρόνια! Δεν μας ενδιέφεραν οι τηλεοράσεις, τα υπερσύγχρονα κινητά. Ζούσαμε μια ήσυχη αλλά γεμάτη ζωή. Ο καθένας -πλούσιος ή φτωχός- λάμβανε άπειρη ευτυχία, δεν ζούσε μέσα στο άγχος και την πίεση να γίνει καλύτερος από όλους τους άλλους.

Η αντίρρησή μου (γιατί πάντα έχω μια αντίρρηση) δεν απευθύνεται ούτε στο τίμημα των καιρών που πρέπει να πληρώσουμε ούτε στους παλαιότερους που, κατά την γνωστή συνήθεια, ξεχνούν τα άσχημα και υπερτονίζουν τα όμορφα της εποχής τους. Η απορία μου μιλάει για την περίφημη χρυσή τομή που όλοι την ψάχνουμε και κανείς -μάλλον- δεν την βρίσκει.

Οι αξιώσεις μου από την ζωή δεν είναι υπερβολικές ή πολύ φιλόδοξες. Οπότε εν μέρει ζηλεύω τους παππούδες μας που δεν αγχώνονταν σουλατσάροντας στην Αθήνα και θαυμάζω -εν μέρει πάντα- όλους αυτούς που έχουν λιγότερες απαιτήσεις. Πνίγομαι όμως στην ιδέα να ζήσω την ζωή τους. Γιατί θα σήμαινε να εγκαταλείψω τον εαυτό μου, να συμβιβαστώ και να αφεθώ να με παρασύρουν.

Με θλίβει που πλέον μιλώντας για ανθρώπους πιο απλούς αναφερόμαστε σε ανθρώπους αμόρφωτους, χωρίς δύναμη να αντισταθούν. Ανθρώπους χωρίς γνώμη. Με πονάει να βλέπω άτομα αξιόλογα, με παιδεία και αρχές να μην ξέρουν να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους, την ζωή τους.

Αλλά ποια είμαι εγώ να μιλήσω? Γιατί νομίζω πως είμαι καλύτερη και μπορώ να τους κρίνω? Ούτε το ένα χιλιοστό δεν έχω κάνει από όσα θέλω στη ζωή μου, χωρίς να σημαίνει πως αν τα κάνω θα έχω κάτι αξιόλογο να πω. Κι αυτός που εύκολα κρίνει, είναι αυτός που πιο λίγα έχει να πει.