Κάθε φορά που δεν είμαι καλά περπατάω. Παίρνω τη μουσική μου και περπατάω. Διανύω αποστάσεις μακρινές. Μέχρι όπου με ταξιδέψει το μυαλό μου. Περπατάω. Περπατάω. Εγώ και ο Johny Walker. Ευτυχώς που δεν πίνω whisky δηλαδή, γιατί θα καταντούσα γραφική. Το σιχαίνομαι όταν γίνομαι ό,τι χλευάζω. Με πονάει. Είναι ένας πόνος αόρατος που χαράζεται μέσα μου. Αφήνει σκιές και εμφανίζεται όταν λιγότερο μπορώ να τον αντιμετωπίσω.
Περπατάω. Δίχως σκοπό. Αλλά όχι βιαστικά. Με βήματα σταθερά, αποφασιστικά. Κοιτάζω μπροστά και προχωράω. Δεν γνωρίζω το πού, μα δεν διστάζω. Νιώθω τις σκέψεις μου να με διαπερνάνε ολόκληρη. Όπως όταν πηγαίνεις κόντρα στον άνεμο. Νιώθεις την δύναμή του. Σε προκαλεί. Σε δελεάζει. Τον αισθάνεσαι σε κάθε πόρο του σώματός σου και σε πεισμώνει. Συνεχίζω. Δεν τις αποφεύγω τις σκέψεις. Τους αντιστέκομαι. Δεν θα τις αφήσω να νικήσουν.
Την τελευταία φορά που ήμουν εδώ είχε πυροτεχνήματα. Έδιναν χρώμα και ελπίδα. Σήμερα μαυρίλα. Σχεδόν. Είναι οι αστραπές που μου γελάνε αυτή τη φορά. Δεν κάνει κρύο. Δε βρέχει. Μόνο φωτίζεται ο ουρανός με μια γλυκειά λάμψη και μου αποκαλύπτει μικρά μυστικά. Μου τα ψιθυρίζει. Σαν χρησμός της Πυθίας φτάνουν στα αυτιά μου.
Κάτω από το φεγγάρι η σκιά μου πολλαπλασιάζεται. Και μου θυμίζει δείκτες ρολογιού. Οι επιλογές μου. Δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω. Ούτε να τις κυνηγήσεις. Όσο τρέχεις τόσο θα φεύγουν μακριά σου. Θα αλλάζουνε πορεία και θα σε απελπίζουν. Παραμένουν όμως δείκτες. Κάποιος τους κινεί. Εγώ. Κι αν δεν μου αρέσουν, σπάω το γυαλλί και τους αλλάζω.
Περπατάω. Δίχως σκοπό. Αλλά όχι βιαστικά. Με βήματα σταθερά, αποφασιστικά. Κοιτάζω μπροστά και προχωράω. Δεν γνωρίζω το πού, μα δεν διστάζω. Νιώθω τις σκέψεις μου να με διαπερνάνε ολόκληρη. Όπως όταν πηγαίνεις κόντρα στον άνεμο. Νιώθεις την δύναμή του. Σε προκαλεί. Σε δελεάζει. Τον αισθάνεσαι σε κάθε πόρο του σώματός σου και σε πεισμώνει. Συνεχίζω. Δεν τις αποφεύγω τις σκέψεις. Τους αντιστέκομαι. Δεν θα τις αφήσω να νικήσουν.
Την τελευταία φορά που ήμουν εδώ είχε πυροτεχνήματα. Έδιναν χρώμα και ελπίδα. Σήμερα μαυρίλα. Σχεδόν. Είναι οι αστραπές που μου γελάνε αυτή τη φορά. Δεν κάνει κρύο. Δε βρέχει. Μόνο φωτίζεται ο ουρανός με μια γλυκειά λάμψη και μου αποκαλύπτει μικρά μυστικά. Μου τα ψιθυρίζει. Σαν χρησμός της Πυθίας φτάνουν στα αυτιά μου.
Κάτω από το φεγγάρι η σκιά μου πολλαπλασιάζεται. Και μου θυμίζει δείκτες ρολογιού. Οι επιλογές μου. Δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω. Ούτε να τις κυνηγήσεις. Όσο τρέχεις τόσο θα φεύγουν μακριά σου. Θα αλλάζουνε πορεία και θα σε απελπίζουν. Παραμένουν όμως δείκτες. Κάποιος τους κινεί. Εγώ. Κι αν δεν μου αρέσουν, σπάω το γυαλλί και τους αλλάζω.