Μέρες τώρα το κοιτούσα. Περιεργαζόμουν την αύρα του. Η ματιά μου έπεφτε πάντα στην κλειδαριά του. Την ζύγιαζα. Σαν πρό(σ)κληση με καρτερούσε. Να το ανοίξω... Να σκορπίσουν πυγολαμπίδες οι μυρωδιές του... Το κοιτούσα λοξά ενώ διάβαζα τα νέα του κόσμου. Περνούσα δίπλα του και το άγγιζα φευγαλέα. Σαν ακριβοθώρητο θησαυρό με σύστημα ασφαλείας. Οι μεταλλικές του γωνίες με έκαιγαν... Μαγνητικό πεδίο έλξης και προστασίας.
Ξέρω πως μελλοντικά θα είμαι σαν αυτούς που πάσχουν από το σύνδρομο του Διογένη. Κάθε εισιτήριο κινηματογράφου, κάθε εισιτήριο πτήσης, κάθε χαρτάκι με λέξεις γραμμένες από αγαπημένο χέρι είναι ανεκτίμητης αξίας. Κάθε κουβέντα γλυκά ειπωμένη, κάθε γέλιο, δάκρυ, μεθυσμένη αγκαλιά, όλα είναι καλά φυλαγμένα. Στροβιλίζουν μέσα μου σαν πούπουλα σε δώμα με αέρηδες. Ανοργάνωτα, μα πάντα παρόντα.
Σήμερα βούτηξα βαθιά μέσα το χέρι μου. Μέχρι πιο πάνω από το τόξο του αγκώνα μου. Ψαχούλεψα στην ζεστή του υγρασία. Κι αφέθηκα... Σαν να βούλιαζα σε πηγή με καυτό νέρο και νούφαρα. Μυριάδες εκρήξεις από κάθε χιλιοστό της παρουσίας μου. Δεν πάλεψα όπως άλλοτε... Δεν αντιστάθηκα... Το άφησα να εισχωρήσει. Το αποδέχτηκα. Πώς θα μπορούσα να το διαγράψω άλλωστε; Θα με εξαφάνιζα ολόκληρη. ... Θυμάσαι την μέρα που χτυπήσαμε με το μηχανάκι;.. Τρέχαμε να προλάβουμε μια ταινία. Είχα ντυθεί στα κόκκινα. Για να νιώσεις τον πόθο μου. Το κόκκινο έγινε μαύρο από το χάδι της ασφάλτου. Και στον δεξιό μου καρπό φόρεσα ένα σημάδι για ανάμνηση. Σαν βραχιολάκι πρωτομαγιάς για να μην σε κάψει ο ήλιος. ... Πώς θα μπορούσα να χωρέσω τόσες μουσικές σε κουτιά αρχειοθέτησης;...
Στο μυαλό μου ήρθε η Άννα από την ταινία "Σώσε με". Είχε κι αυτή ένα μπαούλο. Αληθινό... Από τα παλιά, που χωρούσαν μια ζωή ολόκληρη και ταξίδευαν πέρα από βουνά και πελάγη. Εκεί, έκρυβε μικρές στιγμές από τις σκέψεις της. Φόβους... Ελπίδες... Εικόνες... Και μια μέρα το έστειλε στον καλό της. (...) Αν είχα ένα τέτοιο μπαούλο, θα με έκλεινα μέσα. Και θα με έστελνα... Μα δεν έχω διεύθυνση παραλήπτη. Ούτε αποστολέα...