Αν πιάσω το νήμα από την αρχή, σαν τον ιστό της Αριάδνης (τι όμορφο όνομα αληθινά!), σίγουρα θα βρεθώ στην αφετηρία του λαβυρίνθου της σκέψης μου. Σαν αυτές τις ατελείωτες ιστορίες που λέω καμιά φορά. Ξεκινάω εξυμνώντας το ιταλικό παγωτατζίδικο στη γωνία, αναπολώ το καλοκαίρι εκείνο του '99 στην Πάρο με την κολλητή μου και τους Ιταλούς να μας λένε "I like to water you!", θυμάμαι τον απίστευτο τηλεφωνικό καβγά με το αγόρι μου περιμένοντας το λεωφορείο, μετά εκείνο το σκιουράκι σε ένα πάρκο του Λονδίνου που έφαγε καρπούς μέσα από την χούφτα μου και την τυπική Αγγλίδα αγγαζέ με τον ακόμα τυπικότερο άντρα της να κυνηγάει ένα άλλο σκιουράκι με την κλασσική ομπρέλα μπαστούνι τσιρίζοντας "It's a rat! It's a rat!!", όταν απλά ήθελα να καλοπιάσω την Ιταλίδα συγκάτοικο για να μου κάνει μαθήματα ιταλικών. Κάθε σκέψη διχοτομείται, τριχοτομείται και με ταξιδεύει στο μέλλον και στο παρελθόν. Και δεν τα μπορώ τα περίπλοκα σχεδιαγράμματα. Θέλω να τις απλώσω όλες μπροστά μου σαν σεντόνι και να τις απολαύσω! Κάθε λέξη είναι το κλειδί για άλλο δωματιάκι του μυαλού μου. "Απλώσω": πιτσιρικάκι, στο χωριό, στο σαλόνι του σπιτιού με την γιαγιά και όλες τις θειάδες να απλώνουμε χυλοπίττες. Κοιτάω το σημάδι από το κόψιμο στον αριστέρο μου δείχτη που αποδεικνύει ότι ήμουν εκεί. "Σεντόνι": καλοκαιράκι στα Χανιά, στην πίσω αυλή με το καλό σεντόνι της άλλης γιαγιάς να παίζουμε θέατρο σκιών με αντίτιμο εισιτηρίου 4 καραμέλες. Σκέψη, τί να κάνει άραγε ο Γ.? Ήταν ο μόνιμος καλοκαιρινός μου έρωτας για πολλά χρόνια.
Γελάω κάθε φορά με αυτή την παράλογη δομή εξιστόρησής μου. Το βρίσκω χαριτωμένο μάλιστα. Πόσο μετριόφρων είμαι! Σωστά? Το κάνει και ο πατέρας μου αυτό. Όχι το να περιαυτολογεί. Αυτό είναι δικό μου κουσούρι. Να θυμάται χίλιες ιστορίες από την πιο ασήμαντη αφορμή. Δεν είναι που το έχω συνηθίσει. Το αγαπάω. Μήπως όμως θα έπρεπε να ψάξω βαθύτερα? Μήπως υποδηλώνει ένα άτομο που δεν μπορεί να συγκεντρωθεί σε ένα θέμα? Όσο χαριτωμένος σίφουνας κι αν φαίνομαι όταν με πιάνει η παρλαπίπα μου, είναι έλλειψη αν δεν μπορώ να δομήσω την σκέψη μου. Αλλά δεν είναι τώρα η στιγμή για να ανησυχήσω. Την αυτοκριτική πάντα μπορούμε να την αφήσουμε για αργότερα. Αλλού ήθελα να καταλήξω...
Κάπως έτσι ξεκίνησε προχτές και η τρελή μου αναζήτηση. Δεν θα ψάξω την αρχή της. Δεν θα χαθώ ξανά στα ίδια μονοπάτια με την όπισθεν. Θα το πάρω από εκεί που μου κέρδισε την προσοχή. Από την στιγμή που η βελόνα κέντησε πιο βαθιά στον σκληρό μου. Ήμουν πάλι εδώ. Χαμένη στη μουσική μου. Να προσπαθώ να διαβάσω τις σκέψεις μου. Να ζωγραφίζω την ζωή μου. Τα δεδομένα σαν ατίθασα άλογα. Κύματα σμίλευαν το μυαλό μου. Σκοτάδι και χρώματα. Ώσπου εμφανίστηκε. Δεν μπορούσα να το δω αλλά το είδα. Ένα παραθυράκι κρυμένο σε άγρια βλάστηση. Θέλησα να το γνωρίσω. Να νιώσω το άρωμά του. Να ακούσω την ιστορία του. Το έψαξα. Έψαξα στις φωτογραφίες μου. Σε φωτογραφίες άλλων. Πήρα την κάμερα και βγήκα στους δρόμους. Διέτρεξα όλη την πόλη ώσπου χάθηκα. Έφτασα μέχρι το σπίτι ενός φίλου μου που βλέπει σε μια ερειπωμένη βιοτεχνία. Έχει αυτά τα τεράστια παλιά παράθυρα χτισμένα με κρύα πέτρα. Νομίζα ότι εκεί θα το έβρισκα. Αλλά δεν ήταν ούτε εκεί. Μάλλον έπρεπε να το ψάξω πρώτα μέσα μου.
Είναι αποτυπωμένο στο πεντάγραμμο του DNA μου. Από όταν εμφανίστηκε το βλέπω κάθε μέρα. Ξαποσταίνει πάντα στο ίδιο σημείο. Ούτε μεγαλώνει ούτε μικραίνει. Είναι εκεί. Μα δε μπορώ να το αγγίξω. Το αισθάνομαι. Και είναι σαν να έχει χαλάσει το zoom του φακού μου. Όποτε προσπαθώ να εστιάσω κάνει χιονάκια η οθόνη μου. Είμαι σίγουρη πως είναι ξύλινο. Μυρίζω την υγρασία των χρόνων του. Αρχικά νόμιζα πως είναι μαύρο. Μεταλλικό και υποχθόνιο. Σαν να δραπέτευσε από film noir. Έχει ένα βαθύ μπορντω-κόκκινο χρώμα. Μα δεν διακρίνω αν είναι ανοικτό. Δεν βλέπω φως μέσα του. Δεν βλέπω σκοτάδι. Όπως η τηλεόραση πίσω από την μπαλκονόπορτα στην απέναντι πολυκατοικία. Φωτιές που αργοπεθαίνουν, ταξιδιώτες που γυρίζουν σπίτια τους κι εγώ να παλεύω να μάθω το μυστικό. Πρέπει να συμφιλιωθώ με το παράθυρό μου.
Αναρωτιέμαι γιατί παράθυρο. Η πόρτα είναι πιο φιλόξενη. Μήπως πρέπει να κοιτάξω μέσα από το γυαλλί? Μα εγώ είμαι από έξω. Με βάζει σε σκέψεις. Μήπως έχω την απάντηση σε μια ερώτηση που αγνοώ? Είναι που πήγε και καρφώθηκε στην δεξιά πλευρά του εγκεφάλου μου. Άραγε έχει κανείς την ικανότητα να το δει?
Το ταξίδι καμιά φορά είναι πιο όμορφο από τον προορισμό. Δεν είναι κρίμα όταν συμβαίνει αυτό?
Γελάω κάθε φορά με αυτή την παράλογη δομή εξιστόρησής μου. Το βρίσκω χαριτωμένο μάλιστα. Πόσο μετριόφρων είμαι! Σωστά? Το κάνει και ο πατέρας μου αυτό. Όχι το να περιαυτολογεί. Αυτό είναι δικό μου κουσούρι. Να θυμάται χίλιες ιστορίες από την πιο ασήμαντη αφορμή. Δεν είναι που το έχω συνηθίσει. Το αγαπάω. Μήπως όμως θα έπρεπε να ψάξω βαθύτερα? Μήπως υποδηλώνει ένα άτομο που δεν μπορεί να συγκεντρωθεί σε ένα θέμα? Όσο χαριτωμένος σίφουνας κι αν φαίνομαι όταν με πιάνει η παρλαπίπα μου, είναι έλλειψη αν δεν μπορώ να δομήσω την σκέψη μου. Αλλά δεν είναι τώρα η στιγμή για να ανησυχήσω. Την αυτοκριτική πάντα μπορούμε να την αφήσουμε για αργότερα. Αλλού ήθελα να καταλήξω...
Κάπως έτσι ξεκίνησε προχτές και η τρελή μου αναζήτηση. Δεν θα ψάξω την αρχή της. Δεν θα χαθώ ξανά στα ίδια μονοπάτια με την όπισθεν. Θα το πάρω από εκεί που μου κέρδισε την προσοχή. Από την στιγμή που η βελόνα κέντησε πιο βαθιά στον σκληρό μου. Ήμουν πάλι εδώ. Χαμένη στη μουσική μου. Να προσπαθώ να διαβάσω τις σκέψεις μου. Να ζωγραφίζω την ζωή μου. Τα δεδομένα σαν ατίθασα άλογα. Κύματα σμίλευαν το μυαλό μου. Σκοτάδι και χρώματα. Ώσπου εμφανίστηκε. Δεν μπορούσα να το δω αλλά το είδα. Ένα παραθυράκι κρυμένο σε άγρια βλάστηση. Θέλησα να το γνωρίσω. Να νιώσω το άρωμά του. Να ακούσω την ιστορία του. Το έψαξα. Έψαξα στις φωτογραφίες μου. Σε φωτογραφίες άλλων. Πήρα την κάμερα και βγήκα στους δρόμους. Διέτρεξα όλη την πόλη ώσπου χάθηκα. Έφτασα μέχρι το σπίτι ενός φίλου μου που βλέπει σε μια ερειπωμένη βιοτεχνία. Έχει αυτά τα τεράστια παλιά παράθυρα χτισμένα με κρύα πέτρα. Νομίζα ότι εκεί θα το έβρισκα. Αλλά δεν ήταν ούτε εκεί. Μάλλον έπρεπε να το ψάξω πρώτα μέσα μου.
Είναι αποτυπωμένο στο πεντάγραμμο του DNA μου. Από όταν εμφανίστηκε το βλέπω κάθε μέρα. Ξαποσταίνει πάντα στο ίδιο σημείο. Ούτε μεγαλώνει ούτε μικραίνει. Είναι εκεί. Μα δε μπορώ να το αγγίξω. Το αισθάνομαι. Και είναι σαν να έχει χαλάσει το zoom του φακού μου. Όποτε προσπαθώ να εστιάσω κάνει χιονάκια η οθόνη μου. Είμαι σίγουρη πως είναι ξύλινο. Μυρίζω την υγρασία των χρόνων του. Αρχικά νόμιζα πως είναι μαύρο. Μεταλλικό και υποχθόνιο. Σαν να δραπέτευσε από film noir. Έχει ένα βαθύ μπορντω-κόκκινο χρώμα. Μα δεν διακρίνω αν είναι ανοικτό. Δεν βλέπω φως μέσα του. Δεν βλέπω σκοτάδι. Όπως η τηλεόραση πίσω από την μπαλκονόπορτα στην απέναντι πολυκατοικία. Φωτιές που αργοπεθαίνουν, ταξιδιώτες που γυρίζουν σπίτια τους κι εγώ να παλεύω να μάθω το μυστικό. Πρέπει να συμφιλιωθώ με το παράθυρό μου.
Αναρωτιέμαι γιατί παράθυρο. Η πόρτα είναι πιο φιλόξενη. Μήπως πρέπει να κοιτάξω μέσα από το γυαλλί? Μα εγώ είμαι από έξω. Με βάζει σε σκέψεις. Μήπως έχω την απάντηση σε μια ερώτηση που αγνοώ? Είναι που πήγε και καρφώθηκε στην δεξιά πλευρά του εγκεφάλου μου. Άραγε έχει κανείς την ικανότητα να το δει?
Το ταξίδι καμιά φορά είναι πιο όμορφο από τον προορισμό. Δεν είναι κρίμα όταν συμβαίνει αυτό?
2 comments:
Μετά από έρευνα βγάζω το συμπέρασμα ότι μάλλον είσαι σε μια κρίσιμη φάση της ζωής σου και πρέπει να πάρεις κάποιες σημαντικές αποφάσεις που ίσως σε φοβίζουν, παρ'όλ'αυτά έχει έρθει η ώρα να το κάνεις. Σωστά???
Ο μετρητής σου μάλλον κατέγραψε τις μετασεισμικές δονήσεις... Λίγο ετεροχρονισμένη, αλλά καθόλου κακή η προσπάθεια ;)
Post a Comment